Η κιννάβαρη είναι το κύριο μετάλλευμα του υδράργυρου (θειούχος υδράργυρος, HgS), με χρωματισμούς από έντονο κόκκινο μέχρι πορτοκαλοκόκκινο. Η λέξη κιννάβαρη είναι μάλλον Ινδικής προέλευσης και σημαίνει «το αίμα του δράκου» ή «κόκκινη ρητίνη». Ήταν γνωστή στους αρχαίους Έλληνες από τον 6ο αιώνα π.Χ. αλλά κατά περίεργο τρόπο δεν έχει ανιχνευθεί η χρήση της στην αρχαία Αίγυπτο. Η κύρια πηγή για την προμήθεια κιννάβαρης σύμφωνα με το Θεόφραστο αλλά και τον Πλίνιο, ήταν κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους η Ισπανία (θέση Sisapu ή Sisopo). Η τιμή πώλησής του μάλιστα οριζόταν με νόμο ώστε να μην γίνει υπερβολικά υψηλή. Μικρά κομμάτια του μεταλλεύματος σύμφωνα με τον Βιτρούβιο κονιοποιούνταν σε πέτρινο γουδί και παραγόταν σκόνη, η οποία αποτελούσε και τη χρωστική ύλη.
Το βερμιγιόν είναι ο συνθετικός θειούχος υδράργυρος. Δεν ξέρουμε ακριβώς πότε έγινε η σύθνεσή του για πρώτη φορά, αλλά σίγουρα ήταν γνωστή η μέθοδος σύνθεσής του τον 8ο μ.Χ. αιώνα γιατί περιγράφεται σε κείμενα αλχημιστών. Η εφεύρεση του βερμιγιόν θεωρείται σταθμός στην πρακτική και εξέλιξη της ζωγραφικής από τον 12ο αιώνα και μετά. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ οτι δεν υπάρχει αξιόπιστος τρόπος διάκρισης της φυσικής από την συνθετική κιννάβαρη. Η ανομοιομορφία των κόκκων καθώς και η παρουσία κόκκων από αδρανή υλικά υποδεικνύει φυσική προέλευση.
Το βερμιγιόν είναι ο συνθετικός θειούχος υδράργυρος. Δεν ξέρουμε ακριβώς πότε έγινε η σύθνεσή του για πρώτη φορά, αλλά σίγουρα ήταν γνωστή η μέθοδος σύνθεσής του τον 8ο μ.Χ. αιώνα γιατί περιγράφεται σε κείμενα αλχημιστών. Η εφεύρεση του βερμιγιόν θεωρείται σταθμός στην πρακτική και εξέλιξη της ζωγραφικής από τον 12ο αιώνα και μετά. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ οτι δεν υπάρχει αξιόπιστος τρόπος διάκρισης της φυσικής από την συνθετική κιννάβαρη. Η ανομοιομορφία των κόκκων καθώς και η παρουσία κόκκων από αδρανή υλικά υποδεικνύει φυσική προέλευση.
Κιννάβαρη Ουκρανίας και Κυργιστάν
Ο θειούχος υδράργυρος σε κανονικές συνθήκες κρυσταλλώνεται σε δύο μορφές, α-HgS και α΄-HgS, οι οποίες έχουν και διαφορετικό χρώμα. Η πρώτη είναι κόκκινη και η δεύτερη μαύρη. Η μετατροπή της α-κόκκινης σε α΄-μαύρη κιννάβαρη επιταχύνεται με την απορρόφηση φωτός μήκους κύματος από 400 έως 570 nm (είναι ημιαγωγός με ενεργειακό χάσμα ~2eV).
Feller, Robert. Artists' Pigments: A Handbook of their History and Characteristics. Volume 2. Cambridge University Press, 1992.
Thompson, D.L., 1998. Οι τεχνικές και τα υλικά της μεσαιωνικής ζωγραφικής. Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου