Η ώχρα είναι πηλός εμπλουτισμένος με ένυδρα οξείδια του σιδήρου (κυρίως γκαιτίτη) σε περιεκτικότητα μεγαλύτερη από 12%. Η ποσότητα των ένυδρων οξειδίων του σιδήρου καθορίζει την απόχρωση: κίτρινο, πορτοκαλί ή κόκκινο. Άλλες φάσεις που περιέχονται στην ώχρα είναι η χαλαζιακή άμμος, η κιμωλία, η γύψος και βαρύτες. Συνήθη ονόματα χρωστικών από κόκκινη ώχρα είναι το ινδικό κόκκινο, το κόκκινο της Πομπηίας, Terra Pozzuoli, κόκκινο της Τοσκάνης, κόκκινο της Βενετίας.
Χρυσή, καφέ, κόκκινη θερμή και κόκκινη ψυχρή ώχρα
Η σιέννα είναι ώχρα με μεγάλη περιεκτικότητα σε λειμωνίτες. Όταν μια σιέννα θερμαίνεται σε υψηλή θερμοκρασία (300 οC), ο λειμωνίτης χάνει το νερό που περιέχει και μετατρέπεται σε αιματίτη. Έτσι η σιέννα αποκτά πιο σκούρο χρώμα και ονομάζεται ψημένη σιέννα.
Η όμπρα διαφέρει από την ώχρα και τη σιένα, στο ότι εκτός από τα οξείδια του σιδήρου περιέχει και οξείδια του μαγγανίου. Η ψημένη όμπρα είναι όμπρα που έχει θερμανθεί και ο λειμωνίτης της έχει μετατραπεί σε αιματίτη.
Σιέννα (καφέ και πορτοκαλί) και όμπρα
Οι ώχρες, οι σιέννες και οι όμπρες είναι συνηθισμένα πετρώματα σε όλο τον κόσμο.
Στην κλασική αρχαιότητα η κύρια πηγή κόκκινης ώχρας ήταν ο Εύξεινος Πόντος και η καλύτερης ποιότητας ώχρα προερχόταν από την πόλη Σινώπη (Σινωπία ώχρα). Κατά το μεσαίωνα sinopia σήμαινε απλά κόκκινη ώχρα, όχι απαραίτητα καλής ποιότητας. Οι γαλλικές ώχρες θεωρούνται ιστορικά οι καλύτερες και περιέχουν 20% οξείδια σιδήρου. Υψηλής ποιότητας ώχρες παράγονται επίσης στο Izyumskyy της Ουκρανίας, στο Voronezh και το Lyubytinskoye κοντά στο Novgorod της Ρωσίας.
Η σιέννα πήρε το όνομά της από την εξαιρετικής διαφάνειας, κίτρινη γη της Σιέννας στην Τοσκάνη της Ιταλίας (μέχρι και 50% οξείδια σιδήρου). Η περιοχή αποτελούσε κέντρο παραγωγής της χρωστικής από την Αναγέννηση μέχρι το Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Σήμερα τα κοιτάσματα έχουν εξαντληθεί και νέες πηγές όπως η Σαρδηνία και η Σικελία έχουν αναδειχθεί.
Η όμπρα πήρε το όνομά της από την Umbria, περιοχή της Ιταλίας, που αποτελούσε αρχικά την πηγή παραγωγής της χρωστικής (45-70% οξείδια σιδήρου και 5-20% οξείδια μαγγανίου). Κατ΄ άλλους προέρχεται από την ιταλική λέξη ombra που σημαίνει σκιά. Σήμερα, το 80% περίπου της όμπρας που χρησιμοποιείται για παραγωγή χρωστικών προέρχεται από την Κύπρο (16% οξείδια του μαγγανίου).
Hradil, D., Grygar, T. Hradilova, J. and Bezdicka, P., 2003. Clay and iron oxide pigments in the history of painting. Applied Clay Science 22, 223-236.
Thompson, D.L., 1998. Οι τεχνικές και τα υλικά της μεσαιωνικής ζωγραφικής. Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα.
1 σχόλιο:
γεια σας μια ερωτηση θελω να κανω ,θελω να φτιαξω χρωστικη ουσια για σαπουνη με οξειδια σιδηρου, ειναι φυσικος τροπος μη αλεργικα.ευχαριστω αν μπορειτε να μου πειτε.alexismmls@gmail.com
Δημοσίευση σχολίου